Πανελλήνιο Ηρώο Εθνικής Παλιγγενεσίας

Στο δεσπόζοντα λόφο βόρεια της Μονής της Αγίας Λαύρας υψώνεται το λαμπρότερο μνημείο του Έθνους. Είναι το Ηρώο των αγωνιστών της Επανάστασης του 1821, που θυσιάστηκαν για την ανεξαρτησία του Ελληνικού Έθνους από τον Τουρκικό Ζυγό. Οι προσπάθειες για την ανέγερση του μνημείου είχαν ξεκινήσει από τον Σύλλογο Καλαβρυτινών στο τέλος του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Στην σημερινή του μορφή, το Ηρώο Πεσόντων Αγωνιστών, αποτελείται από σύνθεση τριών ανδριάντων που παριστάνουν τη συμμετοχή του κλήρου και των αγωνιστών στην Επανάσταση του 1821 και την Ελευθερία του Ελληνικού Έθνους από τον Τούρκο Κατακτητή.

Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας

Η χιλιόχρονη Μονή της Άγιας Λαύρας με την πολυκύμαντη ιστορία της, 5 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης των Καλαβρύτων, αποτελεί το λίκνο τής εθνικής μας παλιγγενεσίας, πανελλήνιο εθνικοθρησκευτικό προσκύνημα πρώτου μεγέθους και μια από τις αρχαιότερες Μονές του ελληνικού και κυρίως του πελοποννησιακού χώρου, αληθινό σέμνωμα της περιοχής.

Συνδεδεμένη αρχικά με τη Μέγιστη Λαύρα του Άθω διαγράφει αδρομερώς μια ιστορία αντίστοιχη προς τα κατά καιρούς τρία καθολικά της: Παλαιομονάστηρο, Ιστορικός Ναός, Σημερινή Μορφή. Πρώτη μαρτυρία ωστόσο έχουμε την αποτέφρωση της από τους Τούρκους στα 1585.

Ξανακτίζεται το 1600, ενώ οι τοιχογραφίες της (χειρ. Άνθιμου) τελειώνουν το 1645. Πρόκειται για το Παλαιομονάστηρο, σε απόσταση 300 μ. πιο πάνω από τη σημερινή Μονή, με δίκλιτο σταυρεπίστεγο ναό στο στόμιο σπηλιάς, που σώζει δύο στρώματα τοιχογραφιών.

Στη σημερινή θέση η ιστορική Μονή κτίσθηκε πιθανώς το 1689, τρίκογχο, αγιορείτικου τύπου, κτίσμα (μονόκλιτο, με τρούλο χωρίς στηρίγματα) πού διασώζει τοιχογραφίες, ενώ σχετική εικόνα μας δίνει το σχέδιο του Ρώσου μοναχού Μπάρσκην (1745).

Η Μονή δοκιμάζεται το 1715 (Β’ Τουρκοκρατία) και κυρίως στα Ορλωφικά. Πυρπολείται το 1826 από τον Ιμπραήμ, ανοικοδομείται το 1828, με την ίδρυση νέου καθολικού τύπου «βασιλικής με τρούλο», ερειπώνεται με το σεισμό της 24ης Ιουλίου 1844, για να κτισθεί και πάλι το 1850.

Νέες διώξεις, εκτελέσεις και καταστροφές είδε το μοναστήρι από τα Ναζιστικά στρατεύματα το Δεκέμβριο του 1943. Έκαψαν τη μονή, λεηλάτησαν τις αποθήκες και εκτέλεσαν τρεις μοναχούς, που δεν είχαν εγκαταλείψει το Μοναστήρι.

Οι μοναχοί που είχαν κρυφτεί λίγο πιο μακριά ξαναγύρισαν όταν είχαν απομακρυνθεί τα στρατεύματα, φέρνοντας μαζί τους τα κειμήλια και το λάβαρο που διέσωσαν και άρχισαν ξανά από την αρχή την επισκευή και ανοικοδόμηση.

Το 1950, με προσφορές πιστών και ενίσχυση από το κράτος ανοικοδομήθηκε εξ’ ολοκλήρου.

Η Μονή στη πορεία της υπήρξε πατριαρχική, σταυροπηγιακή, «βασιλική» και απέκτησε μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία, ενώ κατά καιρούς προσκολλήθηκαν σ’ αυτήν μικρότερες Μονές (Αγία Τριάς, Φιλοκάλη κ.ά.).

Εκείνο όμως που ανέδειξε τη Μονή ως φωτεινό μετέωρο, χωρίς να υποτιμούνται άλλες κατά καιρούς υπηρεσίες της σε εθνικά θεμέλια, είναι το γεγονός ότι υπήρξε το θέατρο πολεμικών γεγονότων της μεγάλης Εξεγέρσεως τού 1821 και διεκδικεί την πρωτοπορία του Αγώνος με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, κάτω από το θόλο του Ναού της.

Στην εθνική συνείδηση προβάλλει ως πρωταγωνίστρια στον μεγάλο Ξεσηκωμό για την απελευθέρωση.

Με καμάρι δείχνει το Λάβαρο του ‘21, τα όπλα των Αγωνιστών, τα άμφια του Αρχιεπισκόπου Παλαιών Πατρών Γερμανού – πρωτοστάτη του Αγώνος, έγγραφα, χειρόγραφα, έντυπα, εικόνες, πολύτιμα Ευαγγέλια (όπως της Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας) και ιερά σκεύη και άμφια (σταυρός, λειψανοθήκες, Αγία Ποτήρια κ.λπ.) ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής και εθνικής αξίας, παρά τις τόσες διώξεις, πυρπολήσεις και καταστροφές της Μονής, που πρόσφερε στον Αγώνα, σε έμψυχο και άψυχο υλικό, όσο καμιά άλλη.

Δίκαια λοιπόν αποτελεί σύμβολο ιερό και κιβωτό του νεοελληνισμού. Δίκαια σε περίοπτη θέση, κοντά στη Μονή, στήθηκε μεγαλόπρεπο το «Ηρώο των Αγωνιστών του ’21».

Η Αγία Λαύρα διδάσκει τι προσέφεραν οι Μονές στο Έθνος και στις αιώνιες και ακατάλυτες αξίες του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μας, τόσο σε καλές, όσο και σε δύσκολες ήμερες.

Πολύτιμα κειμήλια

Ο πολυτιμότερος θησαυρός που βρίσκεται στο μοναστήρι είναι το Λάβαρο της Ορκωμοσίας των Αγωνιστών του 1821, η πρώτη δηλαδή σημαία του Ελληνικού Έθνους.

Επιπλέον, ο Επιτάφιος του 1754 κεντημένος στη Σμύρνη, η εικόνα του Αγίου Γεωργίου κεντημένη στην Κωνσταντινούπολη από την Κωκώνα του Ρολογά, Ευαγγέλιο δωρισμένο από την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β’ τη Μεγάλη, τα χρυσοκέντητα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού, εγκόλπια, ξυλόγλυπτοι σταυροί και λειψανοθήκες Αγίων.

Επίσης, ξεχωρίζει η κάρα του «Αγίου Αλεξίου του ανθρώπου του Θεού», πολιούχου της Μαρτυρικής Πόλης των Καλαβρύτων, η μνήμη του οποίου τιμάται στις 17 Μαρτίου, και είναι δωρεά του Αυτοκράτορα Εμμανουήλ Παλαιολόγου το 1398.

Υπάρχουν επίσης, η κάρα του Αγίου Φιλαρέτου του Ελεήμονος, του Αγίου Παντελεήμονος, της Αγίας Παρασκευής, των Αγίων Αναργύρων, κλπ.

Εκτός από τα σημαντικά ιερά κειμήλια και λείψανα που υπάρχουν στην Ιερά Μονή, σημαντικός θησαυρός είναι τα 3.000 έντυπα στη βιβλιοθήκη της. Το αρχαιότερο χρονολογείται από το 1502.

Στη συγκρότηση της βιβλιοθήκης συνέβαλαν σημαντικά ο Κύριλλος Λαυριώτης το 1796 και ο Καλαβρυτινός δάσκαλος μοναχός Γρηγόριος Ιωαννίδης το 1929.

Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος

Το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου ανεγέρθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα “δαπάνη” του μεγάλου Έλληνα ευεργέτη Ανδρέα Συγγρού. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 κάηκε ολοσχερώς από την πυρκαγιά που προκάλεσαν οι Γερμανοί κατακτητές, επαναλειτούργησε το έτος 1950 και το 1986 κηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού και αποφασίστηκε να στεγάσει το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος με σκοπό τη συλλογή, τεκμηρίωση, συντήρηση, έκθεση και ερμηνεία του πάσης φύσεως μουσειολογικού υλικού που σχετίζεται με τα γεγονότα του Ολοκαυτώματος της 13ης Δεκεμβρίου 1943 στα Καλάβρυτα καθώς και με όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν το Ολοκαύτωμα στον ευρύτερο χώρο της επαρχίας Καλαβρύτων. (https://www.dmko.gr/ )

Τόπος Εκτέλεσης

Ένα από τα ξεχωριστά μνημεία της πόλης και Ιερό Προσκύνημα είναι ο Τόπος Θυσίας, στο λόφο του Καπή, που βρίσκεται ανατολικά της πόλης των Καλαβρύτων στο δρόμο προς Χιονοδρομικό Κέντρο.Στη Ράχη του Καπή οδηγήθηκαν οι άνδρες από 14 χρονών και πάνω από τους Γερμανούς κατακτητές στις 13 Δεκεμβρίου 1943, όπου και τους εκτέλεσαν. Σήμερα βρίσκεται ένας μεγάλος Σταυρός που θυμίζει το αποτρόπαιο έγκλημα. Στις στήλες που περιβάλλουν τον κεντρικό χώρο αναγράφονται τα ονόματα των οικογενειών των Εκτελεσθέντων. Στην κατακόμβη είναι αναρτημένα μικρά καντήλια ισάριθμα με τις οικογένειες των εκτελεσθέντων. Παράπλευρα της κατακόμβης δεσπόζει το πέτρινο γλυπτό της πονεμένης μάνας, έμβλημα του Δήμου και σύμβολο της ανθρώπινης καρτερικότητας που φιλοτέχνησε η τότε σπουδάστρια της σχολής Καλών Τεχνών Άννα Βαφεία. Έχει συμβολικό χαρακτήρα για τις γυναίκες ηρωίδες των Καλαβρύτων (τη Μάνα, την αδελφή, τη γιαγιά, την κόρη) που με υπερπροσπάθεια αγωνίστηκαν να ξαναστήσουν την ολοσχερώς κατεστραμμένη πόλη.

ΘΗΛΑΣΤΙΚΑ

Τα θηλαστικά είναι εξορισμού μια ζωική ομάδα με αρκετή ανομοιομορφία, καθώς περιλαμβάνει είδη με μεγάλες διαφορές ως προς το σωματικό μέγεθος (όπως η μυγαλίδα και η αρκούδα), τη συμπεριφορά ή τον τρόπο διαβίωσης (για παράδειγμα, ο λύκος ζει σε χερσαία ενδιατήματα, η βίδρα σε υγρότοπους και η μεσογειακή φώκια στη θάλασσα, ενώ ο ασπάλακας διαβιεί υπόγεια και οι νυχτερίδες πετάνε).

Σύμφωνα με τους Λεγάκι και Μαραγκού (2009), ο κατάλογος των θηλαστικών της Ελλάδας περιλαμβάνει συνολικά 115 είδη (δε συμπεριλαμβάνονται τα οικόσιτα), τα οποία ανήκουν σε 8 τάξεις: Ακανθοχοιρόμορφα, Μυγαλόμορφα, Χειρόπτερα, Λαγόμορφα, Τρωκτικά, Σαρκοφάγα, Αρτιοδάκτυλα, Κητώδη. Από πλευράς οικογενειών αυτά κατανέμονται σε 28 οικογένειες.

ΠΤΗΝΑ

Η Ελλάδα διαθέτει μια πλούσια σε είδη ορνιθοπανίδα, αν και οι πληθυσμοί της συντριπτικής πλειονότητας των ειδών είναι μικροί, λόγω της περιορισμένης έκτασης της χώρας και του κατακερματισμού των βιοτόπων. Επιπλέον, παρά το ότι υπάρχουν ακόμη πολλά κενά στις επιστημονικές μας γνώσεις για την ακριβή γεωγραφική κατανομή, τους πληθυσμούς, αλλά και τη βιολογία/οικολογία πολλών ειδών, τα πουλιά είναι μία από τις καλύτερα μελετημένες ομάδες σπονδυλοζώων στην Ελλάδα.

Σήμερα ο κατάλογος των πουλιών της Ελλάδας αριθμεί 442 είδη, τα οποία κατανέμονται σε 6 βασικές κατηγορίες (Τακτικά αναπαραγόμενα, Χειμερινοί επισκέπτες, Διερχόμενοι μετανάστες, Τυχαίοι/παραπλανημένοι επισκέπτες, Απροσδιόριστα  και Εκλιπόντα) (Λεγάκις & Μαραγκού, 2009).

Η θεσμική προστασία των Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά για  τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατοχυρώνεται μέσα από την Οδηγία για την προστασία της άγριας ορνιθοπανίδας (79/409/ΕΟΚ), που προβλέπει τη θεσμοθέτηση Ζωνών Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ), για την διατήρηση των σπάνιων και απειλούμενων, αλλά και των μεταναστευτικών πτηνών σε κάθε χώρα μέλος.

H περιοχή του Χελμού αποτελεί το φυσικό κέντρο των υπόλοιπων ορεινών όγκων της Βόρειας και Κεντρικής Πελοποννήσου, καθώς συνδέεται με όλους τους υπόλοιπους ορεινούς όγκους, δηλαδή Ζήρεια στα Αντολικά, Ολίγυρτος-Σαϊτάς-βουνά Αρκαδίας στα Νότια – Νοτιοανατολικά, βουνά Γορτυνίας στα Νότια Νοτιοδυτικά, Ερύμανθος στα Δυτικά-Νοτιοδυτικά και Κλωκός-Παναχαϊκό στα Δυτικά. Αυτό σημαίνει ότι, από ζωογεωγραφικής πλευράς, η περιοχής έχει ιδιαίτερη σημασία για τη διατήρηση ειδών δασικής και ορεινής πανίδας (Παπακωνσταντίνου Κ., 2009).

ΖΕΠ GR2320013: «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων»

Το Εθικό Πάρκο Χελμού-Βουραϊκού περιλαμβάνει την ΖΕΠ «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων» (GR2320013). Η ορνιθοπανίδα της περιοχής παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και περιλαμβάνει πτηνά που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ καθώς και σημαντικά μεταναστευτικά είδη. Τα είδη χαρακτηρισμού της ΖΕΠ, τα είδη δηλαδή τα οποία οδήγησαν στην θεσμοθέτηση της είναι ο Χρυσαετός και ο Μπούφος.

Παρουσιάζεται και κατηγοριοποιείται η ορνιθοπανίδα της περιοχής σε είδη χαρακτηρισμού της Ζώνης Ειδικής Προστασίας, τα είδη δηλαδή τα οποία οδήγησαν στην θεσμοθέτηση της περιοχής ως ΖΕΠ, σε είδη του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ καθώς και σε μεταναστευτικά είδη που απαντώνται στην περιοχή.

  1. Είδη χαρακτηρισμού της Ζώνης Ειδικής Προστασίας: Aquila chrysaetos (Χρυσαετός), Bubo bubo (Μπούφος)

 

  1. Πτηνά που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ: Ixobrychus minutes, Nycticorax nycticorax, Ciconia nigra, Pernis pivorus, Milvus migrans, Gyps fulvus, Circaetus gallicus, Circus aeruginosus, Circus cyaneus, Circus pygargus, Buteo rufinus , Aquila pomarina, Aquila chrysaetos, Hieraaetus pennatus, Hieraaetus fasciatus, Falco naumanni, Falco vespertinus, Falco columbarius, Falco eleonorae, Falco biarmicus, Falco peregrinus  Alectoris graeca graeca, Bubo bubo, Caprimulgus europaeus, Dendrocopos medius, Dendrocopos leucotos, Calandrella brachydactyla, Lullula arborea, Anthus campestris , Lanius collurio, Lanius minor, Emberiza hortulana

 

  1. Μεταναστευτικά πτηνά τακτικά παρόντα στην περιοχή που δεν περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ: Tachybaptus ruficollis, Phalacrocorax carbo, Ardea cinerea, Anas Platyrhynchos, Buteo buteo, Charadrius dubius, Gallinago gallinago, Scolopax rusticola, Tringa ochropus, Columba palumbus, Streptopelia turtur, Otus scops, Apus apus, Apus melba, Alauda arvensis, Hirundo rustica, Delichon urbica, Motacilla flava, Oenanthe hispanica, Monticola saxatilis, Muscicapa striata, Oriolus oriolus, Lanius senator, Emberiza melanocephala.

 

Η ορνιθοπανίδα της Πελοπόννησου, καθώς  και η περιοχή μελέτης ειδικότερα, είχε μελετηθεί ήδη από τις αρχές του 19ου αι.  O Niethammer το 1943 έχοντας ως οδηγό τις βιβλιογραφικές πηγές της εποχής και ιδιαίτερα τις εργασίες των Parrot, C. (1905) και Reiser, O. (1905), επισκέφθηκε την Πελοπόννησο και κατέγραψε στην περιοχή μελέτης πάνω από 50 είδη ορνιθοπανίδας. Με βάση την ΕΠΜ που έχει πραγματοποιηθεί, συνολικά στην περιοχή καταγράφηκαν 149 είδη πτηνών, 63 από τα οποία είναι μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής και 37 είναι καλοκαιρινοί επισκέπτες που θεωρείται ότι αναπαράγονται σε αυτήν.

Συνολικά λοιπόν, στην περιοχή μελέτης αναπαράγονται 99 είδη πτηνών, ποσοστό περίπου 67% επί του συνολικού αριθμού ειδών της περιοχής. Από τα υπόλοιπα είδη, τα 32 (ποσοστό 21%) απαντώνται μόνο κατά τις περιόδους της μετανάστευσης (εαρινή και φθινοπωρινή), ενώ τα υπόλοιπα 18 (ποσοστό 12 %) διαχειμάζουν στην περιοχή μελέτης.

Τα είδη που απαντώνται στην περιοχή μελέτης ταξινομήθηκαν γενικά σε πέντε οικολογικές ομάδες:

  • τα υδρόβια είδη, που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Podicipedidae και Rallidae (συνολικά δύο είδη),
  • τα παρυδάτια είδη, που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Charadridae και Scolopacidae (συνολικά πέντε είδη),
  • τα αρπακτικά είδη, που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Accipitridae, Falconidae, Tytonidae και Strigidae (συνολικά 27 είδη),
  • τα υπόλοιπα μη στρουθιόμορφα είδη που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Phasianidae, Columbidae, Caprimulgidae, Apodidae, Alcedinidae, Meropidae, Coraciidae, Picidae (20 συνολικά είδη),
  • τα στρουθιόμορφα είδη, που συνιστούν την πολυπληθέστερη ομάδα ειδών, όπου περιλαμβάνονται οι οικογένειες Alaudidae, Hirundinidae, Motacillidae, Cinclidae, Troglodytidae, Prunellidae, Turdidae, Sylviidae, Muscicapidae, Aegithalidae, Paridae, Sittidae, Tichodromadidae, Certhidae, Remizidae, Oriolidae, Laniidae, Corvidae, Sturnidae, Passeridae, Fringillidae και Emberizidae (95 συνολικά είδη).

Από τα είδη της περιοχής μελέτης, τα 114 αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης (Νόμος 1335/83, «Σύμβαση για την διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης»), τα 27 περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Κοινοτικής Οδηγίας 79/409 «για την προστασία των αγρίων ειδών πτηνών και των βιοτόπων τους» (όπως αυτό ισχύει σήμερα μετά από την τελευταία τροποποίηση 97/49/EC), ενώ τα 17 περιλαμβάνονται στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας (Καρανδεινός 1992).

ΕΡΠΕΤΑ

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη βιβλιογραφία αλλά και στα Τυποποιημένα Δελτία Δεδομένων της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τις περιοχές ΕΖΔ GR2320002 « Όρος Χελμός και τα Ύδατα της Στυγός», ΕΖΔ GR2320003 «Φαράγγι του Βουραϊκού», ΕΖΔ GR2320004 «Αισθητικό Δάσος των Καλαβρύτων», ΕΖΔ GR2320009 «Σπήλαιο των Καστριών», ΕΖΔ GR2320008 «Όρος Ερύμανθος», ΖΕΠ GR2320012 «Όρος Ερύμανθος» και ΖΕΠ GR2320013 «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων», τα είδη κοινοτικού ενδιαφέροντος που εξαπλώνονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ, περιλαμβάνουν 24 είδη ερπετών (τέσσερις χελώνες, 13 σαύρες και 7 φίδια), τα οποία αναφέρονται στον πίνακα.

ΑΜΦΙΒΙΑ

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη βιβλιογραφία αλλά και στα Τυποποιημένα Δελτία Δεδομένων της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τις περιοχές ΕΖΔ GR2320002 « Όρος Χελμός και τα Ύδατα της Στυγός», ΕΖΔ GR2320003 «Φαράγγι του Βουραϊκού», ΕΖΔ GR2320004 «Αισθητικό Δάσος των Καλαβρύτων», ΕΖΔ GR2320009 «Σπήλαιο των Καστριών», ΕΖΔ GR2320008 «Όρος Ερύμανθος», ΖΕΠ GR2320012 «Όρος Ερύμανθος» και ΖΕΠ GR2320013 «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων», τα είδη κοινοτικού ενδιαφέροντος που εξαπλώνονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ, περιλαμβάνουν τα εξής είδη αμφιβίων:

ΙΧΘΥΕΣ ΓΛΥΚΕΩΝ ΥΔΑΤΩΝ

Τα είδη της ιχθυοπανίδας που συναντώνται στη περιοχή του Φορέα ανήκουν στην Ιόνιο ζωογεωγραφική περιοχή (Oikonomou, Leprieur & Leonardos, 2014).

 Είδη ιχθύων των εσωτερικών υδάτων που απαντώνται στον Φ.Δ. Χελμού – Βουραίκού.

 Anguilla anguilla (Οικογένεια: Anguillidae) – κοινή ονομασία: Χέλι Κρισίμως Κινδυνέον (IUCN)

  1. Barbus peloponnesius (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Χαμοσούρτης,  Πελοποννησιακή μπριάνα
  2. Oncorhynchus mykiss (Οικογένεια: Salmonidae) – κοινή ονομασία: Ιριδίζουσα Πέστροφα
  3. Salaria fluviatilis (Οικογένεια: Blenniidae) – κοινή ονομασία: Ποταμοσαλιάρα
  4. Squalius moreoticus (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Ποταμοκέφαλος του Μωριά – Κινδυνέον (IUCN)
  5. Squalius peloponnensis (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Πελοποννησιακός Ποταμοκέφαλος
  6. Telestes pleurobipunctatus (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Λιάρα, Γκέλμπα
  7. Salmo farioides (Οικογένεια: Salmonidae) – κοινή ονομασία: Ιονική ΠέστροφαΤρωτό (IUCN)

 Ακολουθεί μια σύντομη περιγραφή σημαντικών, για την περιοχή, ειδών.

ΑΣΠΟΝΔΥΛΑ

Τα ασπόνδυλα αποτελούν τη μεγαλύτερη ζωική ομάδα, με πάνω από 1.000.000 είδη παγκοσμίως, η οποία περιλαμβάνει πολυπληθείς επιμέρους κατηγορίες ζώων. Το χαρακτηριστικό που είναι κοινό μεταξύ όλων των ασπόνδυλων είναι η απουσία σπονδυλικής στήλης, αυτή είναι η διάκριση μεταξύ ασπόνδυλων και σπονδυλωτών.

Ο αριθμός των ειδών ασπονδύλων που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα είναι περίπου 27.000, από τα οποία περίπου 4.000 είναι ενδημικά της Ελλάδας, δηλαδή υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα και πουθενά αλλού στον κόσμο. Υπολογίζεται όμως ότι πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 15.000 είδη ακόμη που δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί. Οι ελλείψεις αυτές οφείλονται κυρίως στο ότι η πανίδα της Ελλάδας έχει μελετηθεί σποραδικά από ξένους κυρίως επιστήμονες και η βιβλιογραφία βρίσκεται διασπαρμένη σε πολλά μέρη και ορισμένες φορές σε δυσεύρετα περιοδικά (Λεγάκις & Μαραγκού, 2009).

Ο αριθμός των ασπονδύλων της Ελλάδας είναι πολύ μεγάλος σε σχέση με την έκτασή της. Σε μερικές ομάδες, ο αριθμός ειδών ανά τ. χλμ είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη.

Όντας ζώα, τα ασπόνδυλα είναι θηρευτές, και συντηρούνται με την κατανάλωση άλλων οργανισμών. Τα ασπόνδυλα χωρίζονται σε έξι υποκατηγορίες, Σκώληκες, Αρθρόποδα, Μαλάκια, Σπόγγοι, Εχινόδερμα και Κνιδόζωα. Φυσικά, στην περιοχή του Εθνικού Πάρκου δεν απαντώνται όλες αυτές οι κατηγορίες. Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί κάποια αλλά θεωρείται ότι είναι πολύ λίγα είδη σε σχέση με αυτά που πρέπει να υπάρχουν.

Στον Πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται αναλυτικά τα σημαντικότερα είδη που εμφανίζονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ. Σε αυτόν περιλαμβάνονται είδη ασπονδύλων του Παραρτήματος ΙΙ και ΙV της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που απαντούν στην περιοχή, όπως προκύπτει από τη βιβλιογραφία, από έρευνα πεδίου, καθώς και τα είδη που ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες κινδύνου των καταλόγων της IUCN.