Articles by: admin

Ιερά Μονή Μακελλαριάς

Η Ιερά Μονή Παναγίας Μακελλαριάς Καλαβρύτων βρίσκεται στην ορεινή Αχαΐα, στο βορειοδυτικό τμήμα του Δήμου Καλαβρύτων, νοτίως του χωριού των Λαπαναγών, πάνω σε ένα γυμνό και απότομο βράχο, και σε απόσταση 30 χιλιομέτρων περίπου από την πόλη των Καλαβρύτων. Εορτάζει δύο φορές τον χρόνο, στις 14 Σεπτεμβρίου, ανήμερα της εορτής της Υψώσεως του Τίμιου Σταυρού, και πιο πανηγυρικά στις 15 Αυγούστου, ανήμερα της Κοίμησης της Θεοτόκου (Δεκαπενταύγουστος).

Σύμφωνα με επιγραφή του 1805, που βρίσκεται στο νάρθηκα παρεκκλησίου της Μονής, ιδρυτής της φέρεται ο γνωστός στρατηγός του Ιουστινιανού Βελισσάριος ο οποίος έκτισε το 532 μ.Χ. τη Μονή, πιθανόν για να εξιλεωθεί από τη σφαγή των στασιαστών στην περίφημη «Στάση του Νίκα» στην Κωνσταντινούπολη. Η αρχική αυτή Μονή, που ήταν αφιερωμένη στη Παναγία και ονομαζόταν “Παναγία η Λιθαριώτισσα” ή “Λιθοστρωτιώτισσα”, καταστράφηκε από τους Τούρκους το 1458. Σύμφωνα με την παράδοση, την περίοδο εκείνη λόγω της εξαιρετικά οχυρής της θέσης, η Μονή είχε γίνει καταφύγιο των κατοίκων των γύρω χωριών οι οποίοι με αρχηγό των αγωνιστή Γιάννο αντιστάθηκαν για πολλές μέρες στις επιθέσεις των Τούρκων. Παρά την γενναία και σκληρή αντίσταση των υπερασπιστών της Μονής, οι Τούρκοι κατάφεραν τελικά να την κυριεύσουν. Από τη φρικτή σφαγή (μακελειό) που ακολούθησε τα κελιά των μοναχών γέμισαν με αίμα. Έκτοτε η Μονή πήρε το προσωνύμιο “Μακελλαριά”. Το 1784 η Μονή ανακαινίστηκε από τον Ιερομόναχο Νεόφυτο.

Μεγάλη υπήρξε η προσφορά της Μονής κατά την Επανάσταση του 1821. Μάλιστα αρκετοί μοναχοί της αγωνίστηκαν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κοντά στη Μονή της Μακελλαριάς διεξήχθη στις 26 – 27 Αυγούστου του 1827 η νικηφόρα για τους Έλληνες Μάχη της Καυκαριάς, όπου αποκρούστηκαν τα προελαύνοντα στρατεύματα του Ιμπραήμ.

Ιερά Μονή Αγίου Νεομάρτυρος Παύλου Αροανίας

O Άγιος Νεομάρτυρας Παύλος γεννήθηκε το 1785, στο χωριό Αροανία (Σοποτό) του Δήμου Καλαβρύτων και βρήκε τραγικό θάνατο στις 22 Μαΐου του 1818, στην Τρίπολη, όταν θέλοντας να υπερασπιστεί την πίστη των προγόνων του, αποκεφαλίστηκε και έτσι είναι ένας από τους δύο πολιούχους της. Στην Αροανία, ανηγέρθη, από το ζεύγος Ιωάννη και Αικατερίνης Αναγνωστοπούλου, μεγαλοπρεπής, Ιερός Ναός αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου Νέου Οσιομάρτυρος Παύλου, ο οποίος περιβάλλεται από το  Ίδρυμα Προασπίσεως Ηθικών και Πνευματικών Αξιών καθώς και τα υπόλοιπα προσκτίσματα, πνευματικό κέντρο, δανειστική βιβλιοθήκη, ξενώνες για αρχιερείς και φίλους του ιδρύματος. Ο γραφικός ναός του Νεομάρτυρα στο χωριό κοσμείται με αγιογραφίες του Φώτη Κόντογλου. Η μνήμη του τιμάται στις 22 Μαΐου.

Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας

Η χιλιόχρονη Μονή της Άγιας Λαύρας με την πολυκύμαντη ιστορία της, 5 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης των Καλαβρύτων, αποτελεί το λίκνο τής εθνικής μας παλιγγενεσίας, πανελλήνιο εθνικοθρησκευτικό προσκύνημα πρώτου μεγέθους και μια από τις αρχαιότερες Μονές του ελληνικού και κυρίως του πελοποννησιακού χώρου, αληθινό σέμνωμα της περιοχής.

Συνδεδεμένη αρχικά με τη Μέγιστη Λαύρα του Άθω διαγράφει αδρομερώς μια ιστορία αντίστοιχη προς τα κατά καιρούς τρία καθολικά της: Παλαιομονάστηρο, Ιστορικός Ναός, Σημερινή Μορφή. Πρώτη μαρτυρία ωστόσο έχουμε την αποτέφρωση της από τους Τούρκους στα 1585.

Ξανακτίζεται το 1600, ενώ οι τοιχογραφίες της (χειρ. Άνθιμου) τελειώνουν το 1645. Πρόκειται για το Παλαιομονάστηρο, σε απόσταση 300 μ. πιο πάνω από τη σημερινή Μονή, με δίκλιτο σταυρεπίστεγο ναό στο στόμιο σπηλιάς, που σώζει δύο στρώματα τοιχογραφιών.

Στη σημερινή θέση η ιστορική Μονή κτίσθηκε πιθανώς το 1689, τρίκογχο, αγιορείτικου τύπου, κτίσμα (μονόκλιτο, με τρούλο χωρίς στηρίγματα) πού διασώζει τοιχογραφίες, ενώ σχετική εικόνα μας δίνει το σχέδιο του Ρώσου μοναχού Μπάρσκην (1745).

Η Μονή δοκιμάζεται το 1715 (Β’ Τουρκοκρατία) και κυρίως στα Ορλωφικά. Πυρπολείται το 1826 από τον Ιμπραήμ, ανοικοδομείται το 1828, με την ίδρυση νέου καθολικού τύπου «βασιλικής με τρούλο», ερειπώνεται με το σεισμό της 24ης Ιουλίου 1844, για να κτισθεί και πάλι το 1850.

Νέες διώξεις, εκτελέσεις και καταστροφές είδε το μοναστήρι από τα Ναζιστικά στρατεύματα το Δεκέμβριο του 1943. Έκαψαν τη μονή, λεηλάτησαν τις αποθήκες και εκτέλεσαν τρεις μοναχούς, που δεν είχαν εγκαταλείψει το Μοναστήρι.

Οι μοναχοί που είχαν κρυφτεί λίγο πιο μακριά ξαναγύρισαν όταν είχαν απομακρυνθεί τα στρατεύματα, φέρνοντας μαζί τους τα κειμήλια και το λάβαρο που διέσωσαν και άρχισαν ξανά από την αρχή την επισκευή και ανοικοδόμηση.

Το 1950, με προσφορές πιστών και ενίσχυση από το κράτος ανοικοδομήθηκε εξ’ ολοκλήρου.

Η Μονή στη πορεία της υπήρξε πατριαρχική, σταυροπηγιακή, «βασιλική» και απέκτησε μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία, ενώ κατά καιρούς προσκολλήθηκαν σ’ αυτήν μικρότερες Μονές (Αγία Τριάς, Φιλοκάλη κ.ά.).

Εκείνο όμως που ανέδειξε τη Μονή ως φωτεινό μετέωρο, χωρίς να υποτιμούνται άλλες κατά καιρούς υπηρεσίες της σε εθνικά θεμέλια, είναι το γεγονός ότι υπήρξε το θέατρο πολεμικών γεγονότων της μεγάλης Εξεγέρσεως τού 1821 και διεκδικεί την πρωτοπορία του Αγώνος με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, κάτω από το θόλο του Ναού της.

Στην εθνική συνείδηση προβάλλει ως πρωταγωνίστρια στον μεγάλο Ξεσηκωμό για την απελευθέρωση.

Με καμάρι δείχνει το Λάβαρο του ‘21, τα όπλα των Αγωνιστών, τα άμφια του Αρχιεπισκόπου Παλαιών Πατρών Γερμανού – πρωτοστάτη του Αγώνος, έγγραφα, χειρόγραφα, έντυπα, εικόνες, πολύτιμα Ευαγγέλια (όπως της Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας) και ιερά σκεύη και άμφια (σταυρός, λειψανοθήκες, Αγία Ποτήρια κ.λπ.) ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής και εθνικής αξίας, παρά τις τόσες διώξεις, πυρπολήσεις και καταστροφές της Μονής, που πρόσφερε στον Αγώνα, σε έμψυχο και άψυχο υλικό, όσο καμιά άλλη.

Δίκαια λοιπόν αποτελεί σύμβολο ιερό και κιβωτό του νεοελληνισμού. Δίκαια σε περίοπτη θέση, κοντά στη Μονή, στήθηκε μεγαλόπρεπο το «Ηρώο των Αγωνιστών του ’21».

Η Αγία Λαύρα διδάσκει τι προσέφεραν οι Μονές στο Έθνος και στις αιώνιες και ακατάλυτες αξίες του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μας, τόσο σε καλές, όσο και σε δύσκολες ήμερες.

Πολύτιμα κειμήλια

Ο πολυτιμότερος θησαυρός που βρίσκεται στο μοναστήρι είναι το Λάβαρο της Ορκωμοσίας των Αγωνιστών του 1821, η πρώτη δηλαδή σημαία του Ελληνικού Έθνους.

Επιπλέον, ο Επιτάφιος του 1754 κεντημένος στη Σμύρνη, η εικόνα του Αγίου Γεωργίου κεντημένη στην Κωνσταντινούπολη από την Κωκώνα του Ρολογά, Ευαγγέλιο δωρισμένο από την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β’ τη Μεγάλη, τα χρυσοκέντητα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού, εγκόλπια, ξυλόγλυπτοι σταυροί και λειψανοθήκες Αγίων.

Επίσης, ξεχωρίζει η κάρα του «Αγίου Αλεξίου του ανθρώπου του Θεού», πολιούχου της Μαρτυρικής Πόλης των Καλαβρύτων, η μνήμη του οποίου τιμάται στις 17 Μαρτίου, και είναι δωρεά του Αυτοκράτορα Εμμανουήλ Παλαιολόγου το 1398.

Υπάρχουν επίσης, η κάρα του Αγίου Φιλαρέτου του Ελεήμονος, του Αγίου Παντελεήμονος, της Αγίας Παρασκευής, των Αγίων Αναργύρων, κλπ.

Εκτός από τα σημαντικά ιερά κειμήλια και λείψανα που υπάρχουν στην Ιερά Μονή, σημαντικός θησαυρός είναι τα 3.000 έντυπα στη βιβλιοθήκη της. Το αρχαιότερο χρονολογείται από το 1502.

Στη συγκρότηση της βιβλιοθήκης συνέβαλαν σημαντικά ο Κύριλλος Λαυριώτης το 1796 και ο Καλαβρυτινός δάσκαλος μοναχός Γρηγόριος Ιωαννίδης το 1929.

Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου

Η Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου βρίσκεται στο 10ο χιλιόμετρο του δρόμου Καλαβρύτων – Πούντας – Ε.Ο. Πατρών – Αθηνών.

Τρεις λόγοι έκαναν το Μέγα Σπήλαιο να κατέχει μια από τις πιο εξέχουσες θέσεις ανάμεσα στα γνωστότερα Μοναστήρια του ελληνικού χώρου: το τοπίο, η εφέστια εικόνα της Σπηλαιώτισσας και το αδούλωτο φρόνημα των μοναχών.

Κολλημένο πεισματικά σε ένα ευρύχωρο σπήλαιο (απ’ όπου και το όνομα του), στη βάση πελώριου, απειλητικού, κάθετου βραχώδους συγκροτήματος τού Χελμού σε υψόμετρο 940 μ., προκαλεί δέος και θαυμασμό με τη μοναδικότητα του. Η σπηλαιώδης διαμόρφωσή του προσδιόρισε τελικά και την αρχιτεκτονική μορφή του.

Η Μονή υψώνεται σήμερα οκταόροφη και παρόλο πού έχασε το παλιό ιδιαίτερο ύφος της, δεν έπαυσε να καθηλώνει και τον πιο αδιάφορο επισκέπτη.

Το καθολικό, σκαμμένο στο βράχο, είναι Ναός σταυροειδής εγγεγραμμένος με δύο νάρθηκες. Ο κύριος Ναός διατηρεί τις τοιχογραφίες του 1653, αξιόλογα μαρμαροθετήματα στο δάπεδο, ξυλόγλυπτο τέμπλο, παλαιότερο άμβωνα κ.λπ., ενώ στο νάρθηκα οι τοιχογραφίες ανάγονται στις αρχές του 19ου αιώνα.

Στο Ναό αυτό φυλάσσεται η εικόνα της Παναγίας, που αποδίδεται κατά την παράδοση στον Ευαγγελιστή Λουκά, ελαφρώς παραμορφωμένη από τις κατά καιρούς πυρκαγιές τής Μονής (840, ανάκτηση 1285, 1400, 1640, ανακαίνιση το 1641, νέα πυρκαγιά το 1934).

Είναι τύπου «Βρεφοκρατούσης», δουλεμένη με κερί και μαστίχα σε σανίδα. Σημασία έχει ότι για την ψυχή του ευσεβούς λαού μας αποτελεί ανέκαθεν παλλάδιο πρώτης τάξεως, αναντικατάστατο, καταφυγή και παραμυθία κάθε πιστού που εναποθέτει «την πάσαν ελπίδα» σε αυτό και ζητά την πρεσβεία της Παναγίας.

Η πανάρχαια αυτή Μονή στάθηκε πάντα ζωντανή και συνδέεται με θαύματα και πολλές παραδόσεις, η πιο αξιόλογη από τις όποιες είναι αυτή που συνδέεται με την εύρεση της Ιεράς Εικόνας: Δύο Θεσσαλονικείς αδελφοί, οι Συμεών και Θεόδωρος, υστέρα από αλλεπάλληλες περιπλανήσεις και αποκαλυπτικά όνειρα, συνάντησαν εδώ το 362 μ.Χ. την κόρη Ευφροσύνη, βοσκοπούλα από το Γαλατά (Ζαχλωρού). Αυτή, με θεία βουλή και με την οδηγία ενός τράγου, πού πήγαινε εκεί για να ξεδιψάσει, τους οδήγησε στο Σπήλαιο, όπου βρήκαν την Ιερή Εικόνα του Ευαγγελιστή Λουκά, την όποια φύλαγε φοβερός δράκος, ο οποίος στη συνέχεια σκοτώθηκε από κεραυνό. Η πηγή αυτή του Σπηλαίου – μαρμάρινη κατόπιν – αποτελεί σήμερα, το γνωστό με το όνομα «η Πηγή της Κόρης», άγιασμα. Στο σημείο αυτό υπάρχει και η αναπαράσταση του θαυμαστού γεγονότος.

Αν και η Μονή καταστράφηκε τελείως, ωστόσο τα υπάρχοντα κειμήλια – που φυλάσσονται σε πρόσφατα άριστα διευθετημένο νέο σκευοφυλάκιο – ανάγουν το νου και την ψυχή στο Θείο, στον παλαιό πλούτο της Μονής και στην προσφορά του Μεγάλου Σπηλαίου προς το Έθνος.

Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η Μονή διατηρούσε πυριτιδαποθήκη, ώστε όχι μόνο να έχει υλικό για τον Αγώνα, αλλά και όταν θα ήταν επιβεβλημένο, να γίνονταν ολοκαύτωμα, παρά δούλοι οι μοναχοί της.

Είναι άλλωστε γνωστή η υπερήφανη, ηρωική απάντηση του ηγουμένου Δαμάσκηνου τον Ιούνιο του 1827 στον Ιμπραήμ: «…διά να προσκυνήσωμεν, είναι αδύνατον …αν έλθεις εδώ να μας πολεμήσεις και μας νικήσεις, δεν είναι μεγάλο κακόν, διότι θα νικήσεις παπάδες.

Αν όμως νικηθείς …θα είναι ντροπή σου». Τέλος, σώζονται στη Μονή μικρά κανόνια τού Αγώνα.

Αλλά και στην Κατοχή (Δεκέμβριος τού 1943), οι μοναχοί πλήρωσαν τη θηριωδία των Ναζί, καταληστεύεται η Μονή, καίγονται όσα κελιά γλύτωσαν την πυρκαγιά τού 1934, θανατώνονται 16 άτομα (μοναχοί, υποτακτικοί και προσκυνητές). Άλλους 9 μοναχούς, οι Ναζί τους θανάτωσαν ρίχνοντάς τους από τη θέση «Ψηλός Σταυρός».

 

Πολύτιμα κειμήλια

Στο Μουσείο της Μονής υπάρχουν πολλά άξια θαυμασμού ιερά και εθνικά κειμήλια: εθνικές στολές, σιγγίλια, χειρόγραφα με εξαίρετες μικρογραφίες, πολύτιμοι καλλιτεχνικότατοι χρυσοί σταυροί με τίμιο ξύλο, ιερά σκεύη, μεγάλης αξίας εικόνες, χαλκογραφίες, επτανησιακό τέμπλο, ωραίο δισκίο, εξαπτέρυγα, το ωμοφόριο του Χρύσανθου Νοταρά, επιτάφιοι, αντιμήνσια, προσωπογραφίες κ.α. Σε ειδικό παρεκκλήσιο παρουσιάζονται άλλες εικόνες, λειψανοθήκες (κάρες των ιδρυτών τής Μονής) κλπ., ενώ σε άλλη στεγάζεται η βιβλιοθήκη της Μονής, που σώζει ακόμη δεκάδες παλαιότυπα.

Από τα αξιοθέατα οι μοναχοί συνήθως δείχνουν στον επισκέπτη το «Τρύπιο Λιθάρι» (οπή απ’ οπού διέρχεται το φως τού ήλιου μόνο στις δύο ισημερίες του), το τεράστιο βαρέλι «Αγγελής» (χωρητικότητας 10.000 περίπου κιλών) και στην απέναντι κορυφή το «1821» γραμμένο από την ίδια τη φύση. Δίκαια, λοιπόν, η φήμη του Μοναστηριού είχε ξεπεράσει τα σύνορα τής Πελοποννήσου.

Μνημείο Χελωνοσπηλιάς

Βρίσκεται κοντά στη Λυκούρια, ένα από τα αρχαιότερα χωριά της Αχαΐας. Εδώ έπεσε η πρώτη ντουφεκιά για τον ξεσηκωμό του έθνους στις 16 προς 17 Μαρτίου 1821, ένα ιστορικό γεγονός που έγινε θρύλος.

Μνημείο Φροξυλιάς

Βρίσκεται κοντά στη Τουρλάδα, ένα από τα ομορφότερα χωριά της Αχαΐας. Ο Τούρκος Πασάς των Καλαβρύτων μετά την ήττα του στα μέρη της Φροξυλιάς αναφέρει: «Επέπρωτο τον πύργον μου νεκρόν να μην αφήσω κι ολοταχώς επέστρεψα χωρίς να προχωρήσω. Ένα ασκέρι κλέφτικο ‘ς της Φροξυλιάς τα μέρη μου έκοψε τον δρόμον μου με τ’ άθλιο του χέρι…».

Αρχοντικό Παλαιολογίνας

Το Αρχοντικό της Παλαιολογίνας αποτελεί ένα σημαντικό πολιτιστικό απόθεμα για την πόλη των Καλαβρύτων. Είναι ρυθμού βυζαντινού, λιθόκτιστο και κεραμοσκέπαστο, με ολόισιες τις καλότεχνα αγκωναροχτισμένες γωνιές του. Η κατασκευή του κτιρίου ανάγεται στα χρόνια που τα Καλάβρυτα ανακτήθηκαν από τους Βυζαντινούς στρατηγούς των Παλαιολόγων του Μυστρά και βρισκόταν μέσα σε ευρύτερο περιβάλλον περιτριγυρισμένο από ψηλά τείχη και καστρόπορτες, τα οποία κατεδαφίστηκαν και ο χώρος τεμαχίστηκε σε οικόπεδα που στη συνέχεια πουλήθηκαν. Το κτίριο διαρθρώνεται σε τρεις ορόφους, με συνολικό καθαρό εμβαδόν 530 τ.μ. Διαθέτει καταχύστρα στην είσοδο, πολεμίστρες στο ισόγειο και μικρά τοξωτά ανοίγματα στα πλάγια πυργοειδή τμήματα. Ο όροφος του κεντρικού τμήματος της κατοικίας διαθέτει περισσότερα ανοίγματα. Στους κύριους χώρους διατηρούνται τζάκια με καθαρά τουρκική μορφολογία.

Πανελλήνιο Ηρώο Εθνικής Παλιγγενεσίας

Στο δεσπόζοντα λόφο βόρεια της Μονής της Αγίας Λαύρας υψώνεται το λαμπρότερο μνημείο του Έθνους. Είναι το Ηρώο των αγωνιστών της Επανάστασης του 1821, που θυσιάστηκαν για την ανεξαρτησία του Ελληνικού Έθνους από τον Τουρκικό Ζυγό. Οι προσπάθειες για την ανέγερση του μνημείου είχαν ξεκινήσει από τον Σύλλογο Καλαβρυτινών στο τέλος του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Στην σημερινή του μορφή, το Ηρώο Πεσόντων Αγωνιστών, αποτελείται από σύνθεση τριών ανδριάντων που παριστάνουν τη συμμετοχή του κλήρου και των αγωνιστών στην Επανάσταση του 1821 και την Ελευθερία του Ελληνικού Έθνους από τον Τούρκο Κατακτητή.

Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας

Η χιλιόχρονη Μονή της Άγιας Λαύρας με την πολυκύμαντη ιστορία της, 5 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης των Καλαβρύτων, αποτελεί το λίκνο τής εθνικής μας παλιγγενεσίας, πανελλήνιο εθνικοθρησκευτικό προσκύνημα πρώτου μεγέθους και μια από τις αρχαιότερες Μονές του ελληνικού και κυρίως του πελοποννησιακού χώρου, αληθινό σέμνωμα της περιοχής.

Συνδεδεμένη αρχικά με τη Μέγιστη Λαύρα του Άθω διαγράφει αδρομερώς μια ιστορία αντίστοιχη προς τα κατά καιρούς τρία καθολικά της: Παλαιομονάστηρο, Ιστορικός Ναός, Σημερινή Μορφή. Πρώτη μαρτυρία ωστόσο έχουμε την αποτέφρωση της από τους Τούρκους στα 1585.

Ξανακτίζεται το 1600, ενώ οι τοιχογραφίες της (χειρ. Άνθιμου) τελειώνουν το 1645. Πρόκειται για το Παλαιομονάστηρο, σε απόσταση 300 μ. πιο πάνω από τη σημερινή Μονή, με δίκλιτο σταυρεπίστεγο ναό στο στόμιο σπηλιάς, που σώζει δύο στρώματα τοιχογραφιών.

Στη σημερινή θέση η ιστορική Μονή κτίσθηκε πιθανώς το 1689, τρίκογχο, αγιορείτικου τύπου, κτίσμα (μονόκλιτο, με τρούλο χωρίς στηρίγματα) πού διασώζει τοιχογραφίες, ενώ σχετική εικόνα μας δίνει το σχέδιο του Ρώσου μοναχού Μπάρσκην (1745).

Η Μονή δοκιμάζεται το 1715 (Β’ Τουρκοκρατία) και κυρίως στα Ορλωφικά. Πυρπολείται το 1826 από τον Ιμπραήμ, ανοικοδομείται το 1828, με την ίδρυση νέου καθολικού τύπου «βασιλικής με τρούλο», ερειπώνεται με το σεισμό της 24ης Ιουλίου 1844, για να κτισθεί και πάλι το 1850.

Νέες διώξεις, εκτελέσεις και καταστροφές είδε το μοναστήρι από τα Ναζιστικά στρατεύματα το Δεκέμβριο του 1943. Έκαψαν τη μονή, λεηλάτησαν τις αποθήκες και εκτέλεσαν τρεις μοναχούς, που δεν είχαν εγκαταλείψει το Μοναστήρι.

Οι μοναχοί που είχαν κρυφτεί λίγο πιο μακριά ξαναγύρισαν όταν είχαν απομακρυνθεί τα στρατεύματα, φέρνοντας μαζί τους τα κειμήλια και το λάβαρο που διέσωσαν και άρχισαν ξανά από την αρχή την επισκευή και ανοικοδόμηση.

Το 1950, με προσφορές πιστών και ενίσχυση από το κράτος ανοικοδομήθηκε εξ’ ολοκλήρου.

Η Μονή στη πορεία της υπήρξε πατριαρχική, σταυροπηγιακή, «βασιλική» και απέκτησε μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία, ενώ κατά καιρούς προσκολλήθηκαν σ’ αυτήν μικρότερες Μονές (Αγία Τριάς, Φιλοκάλη κ.ά.).

Εκείνο όμως που ανέδειξε τη Μονή ως φωτεινό μετέωρο, χωρίς να υποτιμούνται άλλες κατά καιρούς υπηρεσίες της σε εθνικά θεμέλια, είναι το γεγονός ότι υπήρξε το θέατρο πολεμικών γεγονότων της μεγάλης Εξεγέρσεως τού 1821 και διεκδικεί την πρωτοπορία του Αγώνος με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, κάτω από το θόλο του Ναού της.

Στην εθνική συνείδηση προβάλλει ως πρωταγωνίστρια στον μεγάλο Ξεσηκωμό για την απελευθέρωση.

Με καμάρι δείχνει το Λάβαρο του ‘21, τα όπλα των Αγωνιστών, τα άμφια του Αρχιεπισκόπου Παλαιών Πατρών Γερμανού – πρωτοστάτη του Αγώνος, έγγραφα, χειρόγραφα, έντυπα, εικόνες, πολύτιμα Ευαγγέλια (όπως της Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας) και ιερά σκεύη και άμφια (σταυρός, λειψανοθήκες, Αγία Ποτήρια κ.λπ.) ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής και εθνικής αξίας, παρά τις τόσες διώξεις, πυρπολήσεις και καταστροφές της Μονής, που πρόσφερε στον Αγώνα, σε έμψυχο και άψυχο υλικό, όσο καμιά άλλη.

Δίκαια λοιπόν αποτελεί σύμβολο ιερό και κιβωτό του νεοελληνισμού. Δίκαια σε περίοπτη θέση, κοντά στη Μονή, στήθηκε μεγαλόπρεπο το «Ηρώο των Αγωνιστών του ’21».

Η Αγία Λαύρα διδάσκει τι προσέφεραν οι Μονές στο Έθνος και στις αιώνιες και ακατάλυτες αξίες του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μας, τόσο σε καλές, όσο και σε δύσκολες ήμερες.

Πολύτιμα κειμήλια

Ο πολυτιμότερος θησαυρός που βρίσκεται στο μοναστήρι είναι το Λάβαρο της Ορκωμοσίας των Αγωνιστών του 1821, η πρώτη δηλαδή σημαία του Ελληνικού Έθνους.

Επιπλέον, ο Επιτάφιος του 1754 κεντημένος στη Σμύρνη, η εικόνα του Αγίου Γεωργίου κεντημένη στην Κωνσταντινούπολη από την Κωκώνα του Ρολογά, Ευαγγέλιο δωρισμένο από την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β’ τη Μεγάλη, τα χρυσοκέντητα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού, εγκόλπια, ξυλόγλυπτοι σταυροί και λειψανοθήκες Αγίων.

Επίσης, ξεχωρίζει η κάρα του «Αγίου Αλεξίου του ανθρώπου του Θεού», πολιούχου της Μαρτυρικής Πόλης των Καλαβρύτων, η μνήμη του οποίου τιμάται στις 17 Μαρτίου, και είναι δωρεά του Αυτοκράτορα Εμμανουήλ Παλαιολόγου το 1398.

Υπάρχουν επίσης, η κάρα του Αγίου Φιλαρέτου του Ελεήμονος, του Αγίου Παντελεήμονος, της Αγίας Παρασκευής, των Αγίων Αναργύρων, κλπ.

Εκτός από τα σημαντικά ιερά κειμήλια και λείψανα που υπάρχουν στην Ιερά Μονή, σημαντικός θησαυρός είναι τα 3.000 έντυπα στη βιβλιοθήκη της. Το αρχαιότερο χρονολογείται από το 1502.

Στη συγκρότηση της βιβλιοθήκης συνέβαλαν σημαντικά ο Κύριλλος Λαυριώτης το 1796 και ο Καλαβρυτινός δάσκαλος μοναχός Γρηγόριος Ιωαννίδης το 1929.

Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος

Το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου ανεγέρθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα “δαπάνη” του μεγάλου Έλληνα ευεργέτη Ανδρέα Συγγρού. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 κάηκε ολοσχερώς από την πυρκαγιά που προκάλεσαν οι Γερμανοί κατακτητές, επαναλειτούργησε το έτος 1950 και το 1986 κηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού και αποφασίστηκε να στεγάσει το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος με σκοπό τη συλλογή, τεκμηρίωση, συντήρηση, έκθεση και ερμηνεία του πάσης φύσεως μουσειολογικού υλικού που σχετίζεται με τα γεγονότα του Ολοκαυτώματος της 13ης Δεκεμβρίου 1943 στα Καλάβρυτα καθώς και με όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν το Ολοκαύτωμα στον ευρύτερο χώρο της επαρχίας Καλαβρύτων. (https://www.dmko.gr/ )